Πέμπτη, Δεκεμβρίου 21, 2017

«Τελειώνουμε με μνημόνια και επιτροπεία – Σχεδιάζουμε το μέλλον με δική μας ευθύνη»



Ομιλία στη Βουλή, κατά τη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2018.


Κύριε Πρόεδρε, μιλώντας μετά από την κ. Γεννηματά, δεν μπορώ να μη σχολιάσω το γεγονός το από το εικοστό τρίτο λεπτό της ομιλίας της μέχρι και το εικοστό πέμπτο ασχολήθηκε με τη Νέα Δημοκρατία. Παρόλα αυτά, πρέπει να πω ότι στο ενάμισι λεπτό η κυρία Γεννηματά είπε μερικά σημαντικά πράγματα. Πραγματικά, έχω να σας κάνω το εξής ερώτημα, κυρία Γεννηματά. Εάν συμπληρώνατε τα ερωτηματολόγια, που μοιράστηκαν στους συνέδρους της Νέας Δημοκρατίας, στο ερώτημα περί κοινωνικού κράτους τι θα απαντούσατε; Θα απαντούσατε στήριξη ή ιδιωτικοποίηση του κοινωνικού κράτους; Αυτές οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις είναι υπέρ ή κατά της καταπολέμησης των ανισοτήτων και της φτώχειας;
Τα κρίσιμα επίδικα της περιόδου
Έρχομαι σε αυτά τα οποία ήθελα να πω και θέλω να επικεντρωθώ σε τρία, κατά τη γνώμη μου, κρίσιμα επίδικα της συγκυρίας. Το πρώτο αφορά τον τερματισμό των μνημονίων, το δεύτερο αφορά το μεταμνημονιακό καθεστώς και το τρίτο αφορά το πώς οι νέες δυνατότητες που διαμορφώνονται θα γίνουν υπόθεση των πολιτών, πώς θα επωφεληθούν οι πολίτες.
Είναι εφικτή η καθαρή έξοδος από τα μνημόνια, όπως επιδιώκει η Κυβέρνηση; Ή μήπως θα έπρεπε να επιδιώξουμε μια πιστωτική γραμμή, όπως νομίζω ότι και χθες ακόμα πρότεινε εδώ ο κ. Βενιζέλος; Ή μήπως θα έπρεπε να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε από τον ESM, συνομολογώντας ένα νέο μνημόνιο ή προσφερόμενοι οι ίδιοι οικειοθελώς να εφαρμόσουμε ένα μνημόνιο, όπως υπαινισσόταν, αν δεν έλεγε ρητά, από καιρού ο κ. Μητσοτάκης;
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο επίδικο θέμα, τη δεύτερη ομάδα ερωτημάτων, πώς θα διαμορφωθεί το νέο τοπίο μετά τα μνημόνια; Με ποια αξιακή και πολιτική πυξίδα θα πορευτούμε, ούτως ώστε να αποτρέψουμε στο μέλλον δημοσιονομικούς εκτροχιασμούς και άλλες παθογένειες; Και σε αυτό έχει δίκιο η κυρία Γεννηματά -να αναφερθώ ξανά- ότι απέχουμε από το τέλος της κρίσης, διότι για να βγούμε από την κρίση, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις αιτίες και όχι μόνο τις συνέπειές της.
Και η τρίτη ομάδα ερωτημάτων είναι επίσης κρίσιμη. Με ποιον τρόπο οι δυνατότητες που αρχίζουν να παρουσιάζονται ήδη από σήμερα, αλλά πολύ περισσότερο μετά το τέλος των μνημονίων και της επιτήρησης, θα αξιοποιηθούν ώστε να βελτιωθεί η ζωή, ιδίως όσων επλήγησαν περισσότερο από την κρίση;
Καθαρή έξοδος, η δική μας επιλογή
Σε ό,τι αφορά την πρώτη ομάδα ερωτημάτων, η καθαρή έξοδος από τα μνημόνια πρέπει να πω ότι δεν είναι ούτε θα είναι αποτέλεσμα κάποιου αυτόματου πιλότου. Είναι το δικό μας σχέδιο. Είναι η δική μας επιλογή. Και πρέπει να έχουμε συνείδηση ότι υπήρχαν και άλλα ενδεχόμενα και άλλες δυνάμεις που αλλιώς ήθελαν να τις εξελίξεις.
Συγκεκριμένα, υπήρχαν τρία δυνητικά ενδεχόμενα, τρεις επιλογές. Η πρώτη επιλογή ήταν, όπως είπα ήδη, να συνεχίσουμε να δανειζόμαστε από τον ESM διαρκώς, διότι πράγματι εκεί το επιτόκιο είναι χαμηλότερο και διότι, όπως λένε ορισμένοι, το πολιτιστικό πρότυπο της Ελλάδας είναι τέτοιο που μόνο μετά από εξωτερική πίεση μπορούμε να έχουμε δημοσιονομική σταθερότητα. Αυτά ήταν τα επιχειρήματα των δυνάμεων εκείνων που υποστήριζαν αυτή την επιλογή.
Οι απόψεις αυτές έχουν αποσυρθεί από το τραπέζι των πολιτικών συζητήσεων, αλλά δεν έπαψαν να υπάρχουν και στο εξωτερικό, αλλά και στο εσωτερικό της χώρας και αυτό ακριβώς εξηγεί την ευκολία με την οποία ορισμένες εγχώριες δυνάμεις υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό, θα έλεγα, και τα μνημόνια και την επιτροπεία.
Η δεύτερη επιλογή ήταν αυτή της εξόδου στις αγορές μέσα από μία πιστοληπτική γραμμή. Είναι η λύση που επεδίωξε, χωρίς να το επιτύχει, η Κυβέρνηση Σαμαρά το 2014. Η λύση αυτή, αν την επιλέγαμε, θα σήμαινε πάλι, αν όχι νέο μνημόνιο, σίγουρα νέες δεσμεύσεις πέραν αυτών που έχουμε ήδη αναλάβει και γι’ αυτό την απορρίψαμε.
Εμείς, λοιπόν, επιλέξαμε την τρίτη επιλογή και την καθαρή έξοδο, που σημαίνει να βγούμε στις αγορές έχοντας διαμορφώσει ήδη ένα απόθεμα κεφαλαίων που θα θωρακίσει τη χώρα απέναντι σε απρόβλεπτες απειλές. Και μάλιστα το απόθεμα αυτό -ένα μέρος του- θα μπορούσαμε να συζητήσουμε να το κρατήσουμε και μετά ως ένα μόνιμο ταμείο σταθερότητας, τουλάχιστον μέχρις ότου η ευρωπαϊκή ζώνη αποκτήσει θεσμούς δανεισμού ύστατης ανάγκης και θωράκισης από ασύμμετρο σοκ.
Δεν ήταν εύκολος ο στόχος αυτός ούτε ήταν αρχικά αποδεκτός απ’ όλους και δεν ήταν βέβαιο, επίσης, ότι μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς να ενταχθούμε στο QE, στο Πρόγραμμα Αγοράς Ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Οι θετικές εξελίξεις, όμως, στην οικονομία, η αποφασιστική στάση της Κυβέρνησης και η ευνοϊκή από ορισμένες απόψεις διεθνής συγκυρία καθιστούν την καθαρή έξοδο εφικτή. Όμως, θα χρειαστεί επιμονή και στήριξη μέχρι τέλους.
Θα ήταν χρήσιμο από την άποψη αυτή να γίνει πιο ευκρινής και η στάση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και όλων των πολιτικών δυνάμεων στο θέμα αυτό. Προσωπικά θεωρώ ότι ο στόχος για καθαρή έξοδο από τα μνημόνια μπορεί και πρέπει να έχει την ευρύτερη πολιτική στήριξη, διότι είναι η πλέον συμφέρουσα επιλογή και για τη χώρα και για τον λαό.
Πέρασμα στο «ξέφωτο» και σχεδιασμός του μέλλοντός μας
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο ερώτημα, που αφορά στο καθεστώς μετά τα μνημόνια. Ορισμένοι καλλιεργούν, κατά τη γνώμη μου συνειδητά, μια σύγχυση, έναν ισοπεδωτισμό ότι και μετά τα μνημόνια, μνημόνια θα έχουμε -το ακούσαμε ήδη- και μετά την επιτροπεία, επιτροπεία θα έχουμε.
Δυστυχώς, αυτός ο ισοπεδωτισμός ορισμένες φορές υιοθετήθηκε από τμήματα του ευρύτερου χώρου της Αριστεράς. Όμως, τι επιδιώκουν οι εκπρόσωποι του παλιού συστήματος της εξουσίας, του παλιού δικομματισμού, όταν καλλιεργούν αυτήν τη σύγχυση; Προσπαθούν να πουν ότι όλα τα ίδια είναι και όλοι το ίδιο είναι. Θέλουν να κρύψουν τις δικές τους ευθύνες για τη χρεοκοπία της χώρας, για τη φτωχοποίηση του λαού, για τον γιγαντισμό της διαφθοράς και της διαπλοκής επί των ημερών τους.
Με τη σύγχυση που καλλιεργούν θέλουν να πουν ότι μεγαλύτερες ευθύνες δεν έχει εκείνος που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία, αλλά αυτός που προσπαθεί να τη βγάλει από τη χρεοκοπία. Προσπαθούν να φέρουν στον ίδιον παρονομαστή εκείνους, οι οποίοι αντιπαλεύουν τη διαπλοκή και τη διαφθορά καθημερινά με εκείνους που την εξέθρεψαν, την ευνόησαν επί των ημερών τους ή δεν μπόρεσαν να την αντιμετωπίσουν επί των ημερών τους, αυτούς που άφησαν τις τράπεζες να φορτωθούν με «κόκκινα» δάνεια χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτα, με τη σημερινή Κυβέρνηση, που είναι η πρώτη Κυβέρνηση, που επιχειρεί να δημιουργήσει ένα θεσμικό πλαίσιο μείωσης των «κόκκινων» δανείων. Αυτή η αντιστροφή της πραγματικότητας έχει καθαρή πολιτική στόχευση και ιδεολογική αναφορά, που ακριβώς γι’ αυτό δεν πρέπει να αγνοείται από κανέναν και από καμιά.
Σε ό,τι αφορά το μεταμνημονιακό καθεστώς, το βέβαιο είναι, η αλήθεια είναι ότι τον Αύγουστο του 2018 τελειώνουν τα μνημόνια και μαζί τους τελειώνει και το σύστημα, το καθεστώς επιτροπείας, το οποίο είχε επενδυθεί. Η νέα διευθέτηση θα καθορίζεται όχι από κάποιο ειδικό καθεστώς, που αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά από τους κοινούς κανόνες που ισχύουν για όλες τις χώρες, οι οποίες μπήκαν σε πρόγραμμα. Η ευθύνη για τη διαμόρφωση της πολιτικής επιστρέφει σ’ εμάς, στην εκλεγμένη Κυβέρνηση και στα όργανα της ελληνικής Δημοκρατίας.
Η έξοδος από τα μνημόνια, βέβαια, δεν σημαίνει ότι όλα τα προβλήματα που δημιούργησε η κρίση έχουν ξεπεραστεί. Αντίθετα, θα έλεγα ότι οι μακροχρόνιες συνέπειες ορισμένων από τα προβλήματα αυτά, όπως είναι το δημογραφικό, όπως είναι η παρατεταμένη αποεπένδυση, όπως είναι η διεύρυνση των ανισοτήτων, ενδεχομένως δεν έχουν πλήρως συνειδητοποιηθεί. Ακριβώς γι’ αυτό, το τέλος των μνημονίων δεν είναι για εμάς το τέλος του δρόμου, αλλά είναι ένας σημαντικός σταθμός, ένα ξέφωτο που μας επιτρέπει να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας ως κοινωνία και ως χώρα και να σχεδιάσουμε το μέλλον με δική μας ευθύνη.
Κυβερνητικές προτεραιότητες στη βάση των κοινωνικών αναγκών
Έρχομαι στο επόμενο ερώτημα. Ποιες δυνάμεις, όμως, με ποιες πολιτικές μπορούν να αναλάβουν το έργο αυτό; Μπορεί ο νεοφιλελευθερισμός να είναι το μέλλον για την κοινωνία μας όταν, όπου εφαρμόστηκε, αποδείχτηκε θερμοκήπιο εκρηκτικών ανισοτήτων και θερμοκοιτίδα της Ακροδεξιάς; Ή μήπως το μείγμα εθνικισμού-νεοφιλελευθερισμού, όπως άκουσα να λέει ο κ. Σαμαράς, αποτελεί ένα αξιόπιστο υποκατάστατό του; Ή μήπως μια γραμμή ίσων αποστάσεων και αποφυγής διλλημάτων, όπως κάνει η κυρία Γεννηματά, είναι η λύση;
Πολλοί ρωτούν: Τι σημαίνει για εμένα, τον απλό άνθρωπο, το τέλος των μνημονίων; Σημαίνει ότι αύριο μπορώ να βρω δουλειά; Σημαίνει ότι θα αυξηθεί ο μισθός μου; Σημαίνει ότι θα βελτιωθεί η ζωή μου; Η απάντηση είναι ότι δεν θα λυθούν αμέσως και δια μιας όλα τα προβλήματα, αλλά θα υπάρξουν περισσότερες δυνατότητες. Το τελικό αποτέλεσμα για τους πολίτες θα κριθεί, πρώτον από τις δυνατότητες αυτές που δημιουργούμε με την πολιτική μας και δεύτερον μέσα από την πολιτική βούληση, η οποία πρέπει να υπάρχει, ούτως ώστε αυτές οι δυνατότητες να αξιοποιηθούν προς όφελος των πολλών.
Το κρίσιμο ζήτημα δηλαδή είναι, ποιες πολιτικές δυνάμεις τελικά και με ποια πολιτική θα αξιοποιήσουν αυτές τις δυνατότητες. Θα είναι δυνάμεις, οι οποίες θα προτάξουν τις ανάγκες των πολλών, όπως κάνει η σημερινή Κυβέρνηση ή θα επιστρέψουμε σε καθεστωτικές λογικές, που τις θυμόμαστε από το παρελθόν, όπου κυριαρχούσε η εξυπηρέτηση των ημετέρων; Θα αρχίσει η αποκατάσταση των αδικιών από τα κάτω προς τα πάνω, όπως κάνει η σημερινή Κυβέρνηση ή θα αρχίσουν άλλες δυνάμεις από τα ρετιρέ και θα ξεχαστούν εκεί, όπως τόσες φορές έγινε στο παρελθόν;
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πολιτική δύναμη, που όχι μόνο επιθυμεί, αλλά έχει κάθε λόγο -για να μην πω και συμφέρον- να υπερβεί έμπρακτα το παρελθόν. Είμαστε εδώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, διότι συγκρουστήκαμε και συγκρουόμαστε με ό,τι αυτό το παρελθόν εξέφρασεΟ ΣΥΡΙΖΑ είναι η δύναμη που μπορεί να κάνει τις αναγκαίες ρήξεις. Είναι η δύναμη που έχει σχέδιο για το μέλλον, για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, τη δημιουργία ενός νέου υποδείγματος Βιώσιμης και Δίκαιης ανάπτυξης, ένα σχέδιο, το οποίο συζητούμε με τον λαό, με τις περιφέρειες, με την αυτοδιοίκηση, το οποίο παίρνει ολοένα και περισσότερο μία ολοκληρωμένη και συγκεκριμένη μορφή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πολιτική δύναμη, η οποία έφερε πολιτική σταθερότητα σε μία χώρα και σε μία κοινωνία, η οποία ζει μία πρωτοφανή κρίση. Ακριβώς γι’ αυτό η Κυβέρνηση, που στηρίζεται και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από τους ΑΝΕΛ και από Οικολόγους, αποδείχθηκε η πιο σταθερή κοινοβουλευτική Πλειοψηφία από την αρχή της κρίσης.
Παρά τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, παρά τη σκληρή επιτροπεία, η Κυβέρνηση αυτή απέδειξε στα τρία αυτά χρόνια ότι, όταν υπάρχει η θέληση, όταν υπάρχει η πολιτική βούληση, τότε πάντα υπάρχει τρόπος να γίνει σεβαστή η αρχή της Δικαιοσύνης. Και αρκετά από τα μέτρα του Προϋπολογισμού το επιβεβαιώνουν, όπως η απόδοση του κοινωνικού μερίσματος, που υπερβαίνει τα 720 εκατομμύρια ευρώ, η εδραίωση του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης, ενός θεσμού που έπρεπε να έχει δημιουργηθεί στα χρόνια της ανόδου και που δημιουργήθηκε τώρα και που καλύπτει επτακόσιες χιλιάδες συμπολίτες μας, η αύξηση του προϋπολογισμού για τα οικογενειακά επιδόματα, η παροχή εκατόν τριάντα χιλιάδων ζεστών ημερήσιων σχολικών γευμάτων και πολλά άλλα.
Ο Προϋπολογισμός που συζητούμε, λοιπόν, συνδέεται και με τα τρία αυτά ερωτήματα, τα οποία έθεσα. Η ψήφιση και η πιστή τήρησή του είναι όρος για να βγούμε από τα μνημόνια. Ταυτόχρονα, όμως, η υλοποίηση του Προϋπολογισμού συμβάλλει στη διαμόρφωση του μεταμνημονιακού τοπίου και στην εξυπηρέτηση των πολιτών.
Με την έξοδο από την ύφεση, με την ανάκαμψη της οικονομίας, με την άρση του αποκλεισμού της χώρας μας από τις αγορές, με το τέλος της επιτροπείας διαμορφώνονται δυνατότητες. Η δική μας Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων, αποτελεί την εγγύηση ότι αυτές οι δυνατότητες, μεγάλες ή μικρές, είναι βέβαιο πως θα χρησιμοποιούνται πάντα προς όφελος της κοινωνίας, προς όφελος των αδυνάτων. Σας ευχαριστώ.

                                                                                                 πηγή    dragasakis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου